Συναλλαγματική
- Συναλλαγματική
Έννοια συναλλαγματικής
Στη συναλλαγματική, ο αποδέκτης είναι οφειλέτης της απαίτησης από τη συναλλαγματική, και ο εκδότης δανειστής της απαίτησης. Ο αποδέκτης αναγνωρίζει την οφειλή του προς τον εκδότη. Ο εκδότης μπορεί να ορίσει ότι τα χρήματα θα λάβει τρίτο πρόσωπο, ο λήπτης. Ο εκδότης (ή ο λήπτης) είναι ο αρχικός κομιστής της συναλλαγματικής, και μπορεί να μεταβιβάσει την απαίτησή του με οπισθογράφηση σε τρίτο πρόσωπο. Ο καθ' ου η οπισθογράφηση γίνεται νέος κομιστής της συναλλαγματικής. Αν ο κομιστής δεν πληρωθεί, μπορεί να στραφεί κατά του αποδέκτη, των οπισθογράφων και των τριτεγγυητών. Με τη σειρά του, κάθε οπισθογράφος και τριτεγγυητής που πλήρωσε τη συναλλαγματική μπορεί να στραφεί κατά των προηγούμενών του οπισθογράφων ή τριτεγγυητών, και κατά του αποδέκτη. Ο αποδέκτης και οι οπισθογράφοι λέγονται πληρωτές.Πώς συμπληρώνεται η συναλλαγματική
Στοιχεία εγκυρότητας
Για να είναι έγκυρη η συναλλαγματική, πρέπει να περιλαμβάνονται σε αυτήν τα παρακάτω στοιχεία:- 1. Η λέξη "Συναλλαγματική" στο κείμενο του τίτλου άρ. 1 περ. 1 ν. 5325/1932. Αν η συναλλαγματική εκδίδεται σε ξένη γλώσσα, μπορεί αντί της ελληνικής να αναγράφεται η αντίστοιχη ξένη λέξη άρ. 1 περ. 1 ν. 5325/1932.
- 2. Ο χρόνος της λήξης άρ. 1 περ. 4 ν. 5325/1932. Αν δεν σημειωθεί ο χρόνος λήξης, η συναλλαγματική θεωρείται πληρωτέα εν όψει άρ. 2 εδ. 2 ν. 5325/1932. Αν σημειωθεί χρόνος λήξης, αλλά δεν είναι εν όψει, σε προθεσμία από την όψη, σε δήλη ημέρα ή σε προθεσμία από δήλη ημέρα, η συναλλαγματική είναι άκυρη άρ. 33 εδ. 1 ν. 5325/1932. Η συναλλαγματική είναι επίσης άκυρη αν αναφέρονται διαδοχικοί χρόνοι λήξης της άρ. 33 εδ. 2 ν. 5325/1932.
- 3. Η εντολή περί πληρωμής ορισμένου ποσού άρ. 1 περ. 2 ν. 5325/1932. Η εντολή πρέπει να είναι απλή και καθαρή άρ. 1 περ. 2 ν. 5325/1932.
- 4. Το όνομα του πληρωτή, δηλαδή αυτού που αναλαμβάνει να πληρώσει άρ. 1 περ. 3 ν. 5325/1932. Συχνά, ο πληρωτής γίνεται και αποδέκτης της συναλλαγματικής, για το οποίο αρκεί να θέσει την υπογραφή του στο μπροστά μέρος της συναλλαγματικής άρ. 25 παρ. 1 εδ. 3 ν. 5325/1932. * Η υπογραφή του αποδέκτη δεν απαιτείται για την εγκυρότητα της συναλλαγματικής, αποτελεί όμως αποδεικτικό στοιχείο υπέρ του εκδότη περί τη σύναψη συμφωνίας για την αποδοχή της συναλλαγματικής.
- 5. Ο τόπος της πληρωμής άρ. 1 περ. 5 ν. 5325/1932. Αν δεν αναφέρεται ο τόπος στον οποίο θα γίνει η πληρωμή, αναπληρώνεται από τον τόπο του πληρωτή άρ. 2 εδ. 3 ν. 5325/1932 ο οποίος θεωρείται και τόπος κατοικίας του πληρωτή άρ. 2 εδ. 3 ν. 5325/1932.
- 6. Το όνομα του προσώπου στον οποίο θα γίνει η πληρωμή ή υπέρ του οποίου θα γίνει η πληρωμή άρ. 1 περ. 6 ν. 5325/1932.
- 7. Ο τόπος έκδοσης και ο χρόνος έκδοσης της συναλλαγματικής άρ. 1 περ. 7 ν. 5325/1932. Αν δεν αναγράφεται ο τόπος έκδοσης, αναπληρώνεται από τον αναγραφόμενο τόπο του εκδότη άρ. 2 εδ. 4 ν. 5325/1932.
- 8. Η υπογραφή του εκδότη της συναλλαγματικής άρ. 1 περ. 8 ν. 5325/1932.
Παραγραφή απαίτησης από συναλλαγματική
Η απαίτηση κατά του αποδέκτη συναλλαγματικής και του τριτεγγυητή του παραγράφεται τρία χρόνια μετά τη λήξη της συναλλαγματικής άρ. 70 εδ. 1 ν. 5325/1932. Αν εκδοθεί διαταγή πληρωμής βάσει της συναλλαγματικής, και δεν έχει συμπληρωθεί η τριετής παραγραφή, και η διαταγή πληρωμής τελεσιδικήσει, η παραγραφή γίνεται εικοσαετής, αρχόμενη από την τελεσιδικία της διαταγής πληρωμής ΑΠ 1538/2007 άρ. 268 εδ. 1 ΑΚ. Η διαταγή πληρωμής τελεσιδικεί, αν- δεν ασκήθηκε ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, και η διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στον οφειλέτη δεύτερη φορά κατ' άρ. 633 παρ. 2 ΚΠολΔ, και ο οφειλέτης δεν ασκήσει ανακοπή εναντίον της εντός της προθεσμίας του άρ. 633 παρ. 2 ΚΠολΔ ΑΠ 1538/2007 άρ. 633 παρ. 2 ΚΠολΔ, ή
- ασκήθηκε ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, και απορρίφθηκε τελεσίδικα ΑΠ 186/2023.
- έχει παραγραφεί η αγωγή από συναλλαγματική
- κατά του αποδέκτη άρ. 80 εδ. 2 ν. 5325/1932, ή
- κατά του οπισθογράφου άρ. 80 εδ. 1 ν. 5325/1932, ή
- κατά του εκδότη άρ. 80 εδ. 1 ν. 5325/1932,
Άκυρη συναλλαγματική
Η άκυρη συναλλαγματική ισχύει κατά μετατροπή ως αφηρημένη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους, χρεωστικό ομόλογο παροχής χρημάτων από έμπορο, ή εντολή πληρωμής από έμπορο σε έμπορο, χωρίς να είναι απαραίτητη η επίκληση συνδρομής των διατυπώσεων του άρ. 182 ΑΚ, γιατί η βούληση των μερών περί μετατροπής συνάγεται ευθέως από το έγγραφο ΑΠ 2088/1986 499/2002 Εφ.Λάρισας 576/2002 Ειρ.Θεσσαλονίκης άρ. 182 ΑΚ. Αν εκδότης και λήπτης είναι το ίδιο πρόσωπο, και ο αποδέκτης της άκυρης συναλλαγματικής είναι έμπορος 4722/1986 Εφ.Αθηνών, και η άκυρη συναλλαγματική φέρει ρήτρα εις διαταγή, η άκυρη συναλλαγματική μπορεί να ισχύσει ως χρεωστικό ομόλογο παροχής χρημάτων από έμπορο 576/2002 Ειρ.Θεσσαλονίκης άρ. 76 παρ. α νδ. 17-07/13-08-1923 άρ. 76 παρ. β νδ. 17-07/13-08-1923. Αν εκδότης και λήπτης είναι το ίδιο πρόσωπο, και δεν ισχύουν οι προϋποθέσεις για μετατροπή σε χρεωστικό ομόλογο παροχής χρημάτων, η άκυρη συναλλαγματική μπορεί να ισχύσει ως αφηρημένη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους 576/2002 Ειρ.Θεσσαλονίκης. Αν εκδότης και λήπτης είναι διαφορετικά πρόσωπα, και είναι έμποροι και οι δύο, η άκυρη συναλλαγματική μπορεί να ισχύσει ως εντολή πληρωμής από έμπορο σε έμπορο 576/2002 Ειρ.Θεσσαλονίκης.Οπισθογράφηση άκυρης συναλλαγματικής
Η οπισθογράφηση συναλλαγματικής δεν συνιστά δήλωση αναγνώρισης χρέους (αντίθετα με την αποδοχή συναλλαγματικής), αλλά δήλωση μεταβίβασης δικαιωμάτων 7180/1993 Μον.Πρ.Θεσσαλονίκης. Άρα η οπισθογράφηση δεν μπορεί να ισχύσει κατά μετατροπή ως χρεωστικό ομόλογο αλλά μόνο ως εκχώρηση 7180/1993 Μον.Πρ.Θεσσαλονίκης.Οπισθογράφηση πριν τη λήξη της άκυρης συναλλαγματικής
Αν η άκυρη συναλλαγματική οπισθογραφηθεί πριν τη λήξη της, η οπισθογράφηση ισχύει και συνεπάγεται τα αποτελέσματα της απλής οπισθογράφησης ΑΠ 582/1977 499/2002 Εφ.Λάρισας. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης δύναται να προβάλει- τις αντιρρήσεις που αφορούν το κύρος της δικής του δήλωσης στο δικαιόγραφο 499/2002 Εφ.Λάρισας άρ. 78 παρ. 2 περ. α νδ. 17-07/13-08-1923, και
- τις αντιρρήσεις που συνάγονται από το περιεχόμενο του εγγράφου 499/2002 Εφ.Λάρισας άρ. 78 παρ. 2 περ. β νδ. 17-07/13-08-1923, και
- τις αντιρρήσεις που ανήκουν σε αυτόν αμέσως κατά του κατόχου 499/2002 Εφ.Λάρισας άρ. 78 παρ. 2 περ. γ νδ. 17-07/13-08-1923.
Οπισθογράφηση μετά τη λήξη της άκυρης συναλλαγματικής
Αν η άκυρη συναλλαγματική που ισχύει ως χρεωστικό ομόλογο οπισθογραφηθεί μετά τη λήξη της, η οπισθογράφηση ισχύει κατά μετατροπή σαν εκχώρηση της απαίτησης που γεννάται από το χρεωστικό ομόλογο 499/2002 Εφ.Λάρισας. Στην περίπτωση αυτή, για να γεννηθούν δικαιώματα του εκδοχέα της απαίτησης, αυτός ή ο οπισθογράφος πρέπει να αναγγείλουν την εκχώρηση στον οφειλέτη, έστω και άτυπα 4789/1990 Εφ.Αθηνών 499/2002 Εφ.Λάρισας. Ταυτόχρονα, ο οφειλέτης δύναται να προβάλλει απεριόριστα κατά του κομιστή της άκυρης συναλλαγματικής και ενστάσεις από τη βασική αιτιώδη σχέση που είχε κατά του εκχωρητή οπισθογράφου πριν την καταγγελία 499/2002 Εφ.Λάρισας ΑΠ 335/1999.Διαταγή πληρωμής από άτυπη εκχώρηση
Κατά μια άποψη, δεν μπορεί να εκδοθεί διαταγή πληρωμής από άτυπη εκχώρηση, γιατί δεν προκύπτει από το έγγραφο η ολοκλήρωση της εκχώρησης. Κατ' άλλη άποψη, τέτοια αναγγελία συνιστά και η επίδοση της απορρέουσας διαταγής πληρωμής 20/1996 Μον.Πρ.Άρτας.Ενστάσεις κατά της συναλλαγματικής
Ένσταση ανυπαρξίας της υποκείμενης αιτίας
Ο εναγόμενος μπορεί να προβάλει ένσταση ότι δεν υπάρχει αιτία για την έκδοση ή την οπισθογράφηση της συναλλαγματικής, είτε γιατί αυτή ήταν εξ αρχής ανύπαρκτη, παράνομη, ανήθικη ή ελαττωματική (πχ. εικονική), είτε διότι έληξε ή δεν επακολούθησε ΑΠ 1266/2011 ΑΠ 903/2006. Αν η ένσταση γίνει δεκτή, η αξίωση από τη συναλλαγματική καθίσταται ανενεργός και ο οφειλέτης ελευθερώνεται ΑΠ 1266/2011. Αν δεν ελευθερωνόταν με την παραδοχή της σχετικής ένστασης ο εναγόμενος, η πληρωμή της συναλλαγματικής θα οδηγούσε σε αδικαιολόγητο πλουτισμό του κομιστή της συναλλαγματικής σε βάρος του εναγομένου ΑΠ 1266/2011. Ο εναγόμενος αρκεί να αναφερθεί στα στοιχεία που καθιστούν χωρίς νόμιμη αιτία την υποχρέωσή του και συνεπώς αχρεώστητη την πληρωμή της συναλλαγματικής ΑΠ 1266/2011. Ο εναγόμενος δεν απαιτείται να επικαλεσθεί ρητά τον προκαλούμενο από την πληρωμή της συναλλαγματικής σε βάρος του αδικαιολόγητο πλουτισμό του κομιστή της επιταγής ΑΠ 1266/2011. Ο σχετικός ισχυρισμός μπορεί να προταθεί και κατά του τρίτου κομιστή, αλλά θα πρέπει να αποδειχθεί ότι αυτός γνώριζε τον ισχυρισμό και ενήργησε προς βλάβη του οφειλέτη της συναλλαγματικής ΑΠ 903/2006 άρ. 17 ν. 5325/1932. Ο κομιστής ενεργεί προς βλάβη του οφειλέτη, όταν κατά τον χρόνο κτήσης της συναλλαγματικής γνώριζε την ανυπαρξία ή την ελαττωματικότητα της αιτίας έκδοσης ή οπισθογράφησής της και την απέκτησε για να τον εμποδίσει να αντιτάξει ουσιώδεις ενστάσεις από τις προσωπικές του σχέσεις με τον εκδότη ή τον προηγούμενο κομιστή της συναλλαγματικής και να επιτευχθεί έτσι η πληρωμή της, η οποία χωρίς τη μεταβίβασή της δεν θα επιτυγχανόταν ΑΠ 1266/2011. Ως βλάβη εννοείται η απώλεια ένστασης του οφειλέτη, που θα στηρίζονταν στις υποκειμενικές σχέσεις οφειλέτη και μεταβιβάζοντος τη συναλλαγματική ΑΠ 903/2006. Ο οφειλέτης φέρει το βάρος απόδειξης για την κατά την έκδοση της συναλλαγματικής ανυπαρξία (υπό την ευρεία έννοια, δηλ. λόγω λήξης, μη επακολούθησης ή ανυπαρξίας - αχρεωστήτου) ή το αθέμιτο (παράνομο ή ανήθικο) της αιτίας. Αυτό μπορεί να γίνει με ένστασή του, ή με αγωγή για απόδοση των καταβληθέντων ή με ανακοπή κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού 3765/2000 Πολ.Πρ.Αθήνας 9415/1999 Μον.Πρ.Θεσσαλονίκης. Ο οφειλέτης και οπισθογράφος που ενάγεται από τον νόμιμο κομιστή δεν μπορεί να προβάλει τις ανωτέρω ενστάσεις, παρά μόνο αν- ο κομιστής γνώριζε, κατά την κτήση του τίτλου, την ύπαρξη αυτών των ενστάσεων κατά του εκδότη ή των προηγούμενων κομιστών, και
- ο κομιστής ενήργησε προς βλάβη του οφειλέτη, δηλαδή για τη ματαίωση της προβολής των ως άνω ενστάσεων.