Εξέταση των διαδίκων

Η εξέταση των διαδίκων αποτελεί αποδεικτικό μέσο άρ. 339 ΚΠολΔ άρ. 415 παρ. 1 ΚΠολΔ. Η εξέταση των διαδίκων αποτελεί ίδιο (επώνυμο) αποδεικτικό μέσο ΑΠ 1608/2010 σκέψ. 5 άρ. 339 ΚΠολΔ. Η εξέταση των διαδίκων είναι διαφορετικό αποδεικτικό μέσο από εκείνο των μαρτύρων ΑΠ 1096/2008 σκέψ. III, και δεν αποτελεί μαρτυρία ΑΠ 1608/2010 σκέψ. 5 ΑΠ 908/2017 σκέψ. II. Και αυτό, γιατί κατά την αντίθετη εκδοχή, κατά την οποία ο διάδικος μπορεί να είναι μάρτυρας, θα ήταν δυνατό να εξετάζεται το ίδιο πρόσωπο ως μάρτυρας και στη συνέχεια ως διάδικος, λύση η οποία είναι προδήλως άτοπη ΑΠ 908/2017 σκέψ. II. Οι καταθέσεις από την εξέταση των διαδίκων εκτιμούνται ελεύθερα ΑΠ 1096/2008 σκέψ. III άρ. 415 παρ. 1 ΚΠολΔ. Αν ο διάδικος είναι νομικό πρόσωπο, μπορεί να εξεταστεί, ως εξομοιούμενος με το διάδικο, όποιος εκπροσωπεί το νομικό πρόσωπο στο δικαστήριο ή κάποιο μέλος της διοίκησης του νομικού προσώπου ΑΠ 908/2017 σκέψ. II ΑΠ 1386/2005 άρ. 415 παρ. 3 ΚΠολΔ. Το δικαστήριο μπορεί να εξετάσει έναν ή περισσότερους διαδίκους για την αλήθεια των πραγματικών γεγονότων. Και αυτό, αν Και στην περίπτωση που η εξέταση του διαδίκου λαμβάνει χώρα από 01-01-2002 εώς και 24-07-2011, το δικαστήριο μπορεί να εξετάσει τους διαδίκους για την αλήθεια των πραγματικών γεγονότων ΑΠ 1096/2008 σκέψ. III άρ. 270 παρ. 3 ΚΠολΔ άρ. 12 ν. 2915/2001 άρ. 38 ν. 2915/2001 άρ. 15 ν. 2943/2001 άρ. 18 ν. 2943/2001 (ΦΕΚ Α 203/12-09-2001) άρ. 339 ΚΠολΔ άρ. 415 ΚΠολΔ άρ. 420 ΚΠολΔ. Και αυτό, ακόμη και αν δεν συντρέχουν οι όροι του άρ. 415 ΚΠολΔ, δηλαδή η μη απόδειξη ή η ατελής απόδειξη των πραγματικών περιστατικών, τα οποία είναι ουσιώδη για την έκβαση της δίκης, από τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα που προσκομίζουν οι διάδικοι, καθώς οι όροι αυτοί δεν αποτελούν προϋπόθεση της εξέτασης των διαδίκων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρ. 270 παρ. 3 ΚΠολΔ ΑΠ 1096/2008 σκέψ. III άρ. 270 παρ. 3 ΚΠολΔ άρ. 12 ν. 2915/2001 άρ. 38 ν. 2915/2001 άρ. 15 ν. 2943/2001 άρ. 18 ν. 2943/2001 (ΦΕΚ Α 203/12-09-2001) άρ. 339 ΚΠολΔ άρ. 415 ΚΠολΔ άρ. 420 ΚΠολΔ. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας για το αν θα εξετάσει τους παρισταμένους διαδίκους ή τους εκπροσώπους τους είναι αναιρετικά ανέλεγκτη ΑΠ 1096/2008 σκέψ. III άρ. 270 παρ. 3 ΚΠολΔ άρ. 12 ν. 2915/2001 άρ. 38 ν. 2915/2001 άρ. 15 ν. 2943/2001 άρ. 18 ν. 2943/2001 (ΦΕΚ Α 203/12-09-2001) άρ. 339 ΚΠολΔ άρ. 415 ΚΠολΔ άρ. 420 ΚΠολΔ.

Η μαρτυρική κατάθεση του διαδίκου ως ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο

Αν δώσει ένορκη κατάθεση ως μάρτυρας η ένορκη αυτή κατάθεση είναι ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο ΑΠ 908/2017 σκέψ. II ΑΠ 1386/2005 άρ. 62 ΚΠολΔ άρ. 64 παρ. 2 ΚΠολΔ άρ. 339 ΚΠολΔ άρ. 409 παρ. 1 ΚΠολΔ άρ. 409 παρ. 2 ΚΠολΔ άρ. 410 ΚΠολΔ άρ. 415 παρ. 1 ΚΠολΔ άρ. 72 παρ. 2 ν. 3994/2011 άρ. 77 ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α 165/25-07-2011) άρ. 416 ΚΠολΔ άρ. 417 ΚΠολΔ άρ. 418 ΚΠολΔ άρ. 419 ΚΠολΔ άρ. 420 ΚΠολΔ άρ. 61 ΑΚ άρ. 65 ΑΚ άρ. 67 ΑΚ άρ. 70 ΑΚ. Και αυτό, γιατί ο διάδικος, και για την ταυτότητα του νομικού λόγου και το πρόσωπο που εξομοιώνεται με διάδικο, δεν μπορεί να είναι μάρτυρας, καθώς δεν είναι τρίτος, και γι' αυτό δεν μπορεί να έχει (κατ' αρχήν τουλάχιστον) την αντικειμενικότητα του τρίτου, ενώ κατά την αντίθετη εκδοχή, κατά την οποία ο διάδικος μπορεί να είναι μάρτυρας, θα ήταν δυνατό να εξετάζεται το ίδιο πρόσωπο ως μάρτυρας και στη συνέχεια ως διάδικος, λύση η οποία είναι προδήλως άτοπη ΑΠ 908/2017 σκέψ. II. Το ανυπόστατο του αποδεικτικού μέσου είναι ανεξάρτητο από το αν είχε προηγουμένως προβληθεί ή όχι σχετική εναντίωση του αντιδίκου του προσκομίζοντα το αποδεικτικό μεσο ΑΠ 397/2016 σκέψ. 1. Με τον διάδικο εξομοιώνεται, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, όσον αφορά το υποστατό της μαρτυρίας του, Για τον αποκλεισμό του διαδίκου από το να καταθέτει ως μάρτυρας, απαιτείται η ιδιότητα του διαδίκου να υπάρχει κατά τον χρόνο εξέτασής του ΑΠ 908/2017 σκέψ. II ΑΠ 1608/2010 σκέψ. 5 άρ. 415 ΚΠολΔ. Και αυτό, γιατί αν η ιδιότητα του διαδίκου προϋπήρχε και εξέλιπε, ή αν επήλθε μετά την κατάθεσή του, η εξέτασή του ως μάρτυρα είναι έγκυρη, και λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο ΑΠ 1608/2010 σκέψ. 5 άρ. 415 ΚΠολΔ. Αν το πρόσωπο που δίνει ένορκη κατάθεση ήταν, σε χρονικό σημείο πριν την κατάθεσή του, νόμιμος εκπρόσωπος του εναγόμενου νομικού προσώπου, και κατά τον χρόνο εξέτασής του δεν έχει την ιδιότητα αυτή, η ένορκη κατάθεσή του ως μάρτυρα δεν είναι ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο ΑΠ 397/2016 σκέψ. 5. Και αυτό, ακόμη και αν η εναγόμενη είναι ανώνυμη εταιρεία, και δεν τήρησε τις διατυπώσεις για τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του διορισμού του νομίμου εκπροσώπου της, καθώς την άγνοια για τη μεταβολή του νομίμου εκπροσώπου μπορεί να την επικαλεστεί ο τρίτος αντισυμβαλλόμενος της ΑΕ σε σχέση με υποχρεώσεις του έναντι της ΑΕ που προκύπτουν από συναλλαγή του με αυτή, ώστε να προστατεύεται η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ως αντισυμβαλλόμενου της ΑΕ στα πλαίσια του ουσιαστικού δικαίου, και όχι στα πλαίσια του δικονομικού δικαίου, κατά το οποίο απαιτείται η ιδιότητα του διαδίκου να υφίσταται κατά τον χρόνο εξέτασης του μάρτυρα ΑΠ 397/2016 σκέψ. 2 άρ. 7α παρ. 1 περ. γ ν. 2190/1920 άρ. 7β παρ. 15 ν. 2190/1920 άρ. 7ε ν. 2190/1920. Αν ληφθεί υπόψη η ένορκη κατάθεση διαδίκου ή άλλου προσώπου, το οποίο για την ταυτότητα του νομικού λόγου εξομοιώνεται με διάδικο, και δεν προκύπτει από την απόφαση ότι κατά τον χρόνο της κατάθεσης ο μάρτυρας είχε την ιδιότητα του διαδίκου ή αντίστοιχη, δεν ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης από το άρ. 559 αριθ. 11 περ. πρώτη ΚΠολΔ περί λήψης υπόψη ανεπίτρεπτου αποδεικτικού μέσου ΑΠ 908/2017 σκέψ. II(Α) άρ. 559 αριθ. 11 περ. πρώτη ΚΠολΔ.

Διασαφήσεις των διαδίκων κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους

Οι διασαφήσεις που δίδονται από τους διαδίκους κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους στο δικαστήριο δεν αποτελούν ίδιο αποδεικτικό μέσο ΑΠ 631/2006 άρ. 245 παρ. 1 ΚΠολΔ άρ. 339 ΚΠολΔ. Οι διασαφήσεις που δίδονται από τους διαδίκους κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους στο δικαστήριο προβλέπονται ρητά ως διαδικαστική πράξη που "... μπορεί να συντελέσει στη διάγνωση της διαφοράς ..." με την απαραίτητη για τη διαμόρφωση της δικαστικής κρίσης αποσαφήνιση των ισχυρισμών των διαδίκων ΑΠ 631/2006 άρ. 245 παρ. 1 ΚΠολΔ. Η αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων, την οποία δύναται να διατάξει το δικαστήριο της ουσίας σύμφωνα με τα άρ. 245 και 254 ΚΠολΔ, για την υποβολή ερωτήσεων σε αυτούς και την παροχή διασαφήσεων, αποβλέπει στην πληρότητα της εξέτασης των πραγματικών ισχυρισμών των διαδίκων, και όχι στην απόδειξη της αλήθειας αυτών ΑΠ 338/2007 άρ. 245 ΚΠολΔ άρ. 254 ΚΠολΔ. Το δικαστήριο ζητεί τις αναγκαίες πληροφορίες και διασαφήσεις από τους παριστάμενους διαδίκους ή τους εκπροσώπους τους. Και αυτό, αν Ο διευθύνων τη συζήτηση μπορεί, ύστερα από αίτηση των διαδίκων που υποβάλλεται με την αγωγή ή και αυτοτελώς πριν από την ορισμένη δικάσιμο, να καλέσει εγγράφως τους διαδίκους ή τους νομίμους αντιπροσώπους τους να εμφανιστούν αυτοπροσώπως κατά τη συζήτηση για να τους υποβληθούν ερωτήσεις και να δώσουν διασαφήσεις για την υπόθεση. Και αυτό, αν Αν υπάρχει προθεσμία για την έγγραφη κλήση των διαδίκων, η οποία είναι το αργότερο 20 ημέρες πριν από την ορισθείσα συζήτηση άρ. 237 παρ. 5 εδ. 1 ΚΠολΔ άρ. 12 ν. 4842/2021 άρ. 120 εδ. 2 ν. 4842/2021. Αν, κατά τη διενέργεια της εξέτασης του διαδίκου προς διασάφηση των ισχυρισμών του, ο διάδικος που παραστάθηκε αυτοπροσώπως προβεί σε ομολογία, αποδεικτικό μέσο αποτελεί η ομολογία αυτή, και όχι οι διασαφήσεις του διαδίκου ΑΠ 338/2007. Αν το δικαστήριο λάβει υπόψη για τον σχηματισμό της κρίσης του τις διασαφήσεις των διαδίκων κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους στο δικαστήριο, και το δικαστήριο διαμορφώσει την πεποίθησή του αποκλειστικά με βάση τις διασαφήσεις των διαδίκων, ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης από το άρ. 559 αριθ. 11 ΚΠολΔ ΑΠ 631/2006 άρ. 559 αριθ. 11 ΚΠολΔ. Αν το δικαστήριο, για τον σχηματισμό της κρίσης του για την αλήθεια ή αναλήθεια πραγματικών γεγονότων που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, λάβει υπόψη τις διασαφήσεις των διαδίκων κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους στο δικαστήριο, και το δικαστήριο θεωρήσει αυτά, τα οποία ο διάδικος κατέθεσε διευκρινιστικώς, ως περιεχόμενο ανώμοτης κατάθεσης, και τα συνεκτιμήσει μαζί με τις άλλες αποδείξεις, ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης από το άρ. 559 αριθ. 11 περ. δεύτερη ΚΠολΔ ΑΠ 338/2007. Και αυτό, γιατί στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο της ουσίας παρά τον νόμο λαμβάνει υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίστηκαν, παραγνωρίζοντας τον χαρακτήρα της αυτοπρόσωπης εμφάνισης του διαδίκου προς διασάφηση των ισχυρισμών του ΑΠ 338/2007.

Άλλα αποδεικτικά μέσα

Άλλα αποδεικτικά μέσα είναι τα έγγραφα, οι ένορκες βεβαιώσεις, οι μάρτυρες, η ομολογία, τα δικαστικά τεκμήρια, η πραγματογνωμοσύνη και η αυτοψία άρ. 339 ΚΠολΔ.